Η λύση είναι η έρευνα και η ανάπτυξη;

του Κωνσταντίνου Αντζουλάτου

Η Ταϊβάν είναι μια χώρα όπου η βιομηχανία της κλωστοϋφαντουργίας άνθησε το 1960 – 1980. Με την ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας και του ελεύθερου εμπορίου η Ταϊβάν δέχτηκε ισχυρό πλήγμα στην κλωστοϋφαντουργία της, αφού οι επιχειρήσεις για να παραμένουν ανταγωνιστικές μεταφέρθηκαν σε χώρες με χαμηλότερο κόστος παραγωγής. Αν και ο τομέας της κλωστοϋφαντουργίας ήταν αυτός που έπαιξε μεγάλο ρόλο στην ανόρθωση της οικονομίας της χώρα τώρα έχει συρρικνωθεί σε μεγάλο βαθμό.

Τα τελευταία 20 χρόνια μεγάλες βιομηχανικές μονάδες μεταφέρονται σε χώρες με χαμηλό κόστος παραγωγής. Σύμφωνα με το υπουργείο οικονομικών της Ταϊβάν οι εξαγωγές κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων μειώθηκαν κατά 44% (σε δολάρια) ενώ παράλληλα μειώθηκαν και οι επιχειρήσεις κλωστοϋφαντουργίας. Χαρακτηριστικά, το πλήθος των κλωστοϋφαντουργικών επιχειρήσεων  το 1997 έφθασαν να είναι 7,752 ενώ το 2010 οι επιχειρήσεις μειώθηκαν στις 4,299. Σύμφωνα με το υπουργείο οικονομικών της Ταϊβάν όσες επιχειρήσεις δεν επένδυσαν ή δεν είχαν να επενδύσουν στην έρευνα και στην ανάπτυξη αναγκάστηκαν να κλείσουν γιατί δεν μπορούσαν να ακολουθήσουν τον σκληρό ανταγωνισμό των φθηνών προϊόντων.


Μια από τις βιομηχανίες που στηρίζεται στην έρευνα και  ανάπτυξη νέων κλωστοϋφαντουργικών υλικών είναι η Singtex του Jason Chen. Ο κ. Chen το 1992 μετέφερε τις δραστηριότητές του στην Κίνα, με σκοπό να μειώσει το κόστος παραγωγής και να αποκτήσει ανταγωνιστικό πλεονέκτημα. Με την κίνηση του αυτή πέτυχε φθηνότερες πρώτες ύλες, χαμηλότερη μισθοδοσία και μειωμένους περιβαλλοντικούς περιορισμούς. Φυσικά ο κ. Chen δεν είχε υπολογίσει οτι η μείωση του κόστους παραγωγής μπορεί να επιφέρει και μείωση της ποιότητας. Έτσι, δεν άργησε η μέρα που κάποιος πελάτης του επέστρεψε ενδύματα τα οποία δεν πληρούσαν τις προδιαγραφές. Η ζημιά από αυτή την επιστροφή ανήλθε στα 100.000 $, ωθώντας τον Chen να επιστρέψει στην Ταιβάν και να δημιουργήσει νέα επιχείρηση με την επωνυμία Singtex. Η βιομηχανία Singtex σχεδιάζει και παράγει αδιάβροχα συνθετικά ενδύματα υψηλών προδιαγραφών. Σχετικά με αυτήν την εμπειρία του, ο Chen λέει:  “When you go cheap, you have no good quality control”.  Η εταιρεία Singtex έχει στην κατοχή της 34 πατέντες. Mια από τις γνωστότερες είναι η “S.Café“, σύμφωνα με την οποία προστίθενται συστατικά από κόκκους καφέ στο ύφασμα, και του προσδίδουν ιδιότητες: εξουδετέρωσης δυσάρεστων οσμών, προστασίας από την υπεριώδη (UV) ακτινοβολία και γρήγορου στεγνώματος. Στο πελατολόγιο της Singtex συγκαταλέγονται μεταξύ πολλών η Timberland και η Hugo Boss.
Ένα άλλο παράδειγμα σύγχρονης ταϊβανέζικης εταιρίας είναι η Hyperbola textile που αριθμεί μόνο 24 υπαλλήλους. Η επιχείρηση δεν διαθέτει παρά μόνον ένα τμήμα σχεδίασης, στο οποίο σχεδιάζονται κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα υψηλών προδιαγραφών κυρίως για αθλητική ένδυση. Μάλιστα, το 2011 σχεδιάστηκαν πάνω από 350 διαφορετικά υφάσματα με σκοπό να καλύψουν τις ανάγκες των πελατών. Η παραγωγή των προϊόντων πραγματοποιείται σε εξωτερικά εργοστάσια. Η επίβλεψη της γραμμής παραγωγής και η προωθήση των προϊόντων πραγματοποιείται από την ίδια την εταιρεία. Μέσα στο πελατολόγιο της βρίσκονται ονόματα όπως Canada Goose, Lululemon και Patagonia. Η ιδρυτής της εταιρείας Tina Wang παραδέχεται ότι προτιμάει η παραγωγή των κλωστοϋφαντουργικών προϊόντων να γίνεται στην Ταϊβάν και όχι στην Κίνα και ας είναι μεγαλύτερο το κόστος παραγωγής. Όπως μας λέει, αυτό οφείλεται στο ότι δεν έχουν όλα τα εργοστάσια την απαραίτητη τεχνογνωσία για την δημιουργία ενδυμάτων με υψηλές προδιαγραφές.
Όπως αναφέρει η οικονομολόγος Chen Lee, οι κινέζικες βιομηχανίες δεν μένουν με σταυρωμένα τα χέρια, αλλά προσπαθούν να ανεβάσουν την ποιότητα των προϊόντων τους, αναπτύσσοντας τεχνολογίες τις οποίες έφεραν στην Κίνα οι ξένες εταιρίες. Σύμφωνα με την κ. Chen, η Κίνα είναι 5 – 10 χρόνια πίσω τεχνολογικά από την Ταιβάν, ενώ οι ταϊβανέζικες επιχειρήσεις προσπαθούν να εξελίσσουν συνεχώς τα προϊόντα τους με σκοπό να παραμείνουν ανταγωνιστικές και να κρατήσουν την τεχνολογική διαφορά, που όλο και μικραίνει. 
Πηγή: The New York Times